κάιζερ

κάιζερ
(Keyser). Επώνυμο οικογένειας Ολλανδών καλλιτεχνών του 16oυ και του 17oυ αι. 1. Βίλεμ (Willem, Άμστερνταμ 1603 – Λονδίνο 1674). Αρχιτέκτονας και γλύπτης. Εργάστηκε μαζί με τον I. Βαν Κάμπεν για την οικοδόμηση του δημαρχείου του Άμστερνταμ. Φιλοτέχνησε επίσης τα ανάγλυφα του τάφου του ναυάρχου Τρομπ. 2. Πιέτερ (Pieter, Άμστερνταμ 1595 – 1676). Αρχιτέκτονας και γλύπτης. Ήταν γιος του Xέντρικ (βλ. 4.). Ολοκλήρωσε πολλά από τα έργα του πατέρα του, ανάμεσα στα οποία και μία εκκλησία (1628-32). Επίσης διακρίθηκε για τα επιτύμβια έργα του, όπως το μαυσωλείο του Γουλιέλμου A’ κ.ά. 3. Τόμας (Thomas, Άμστερνταμ 1596 – 1667). Ζωγράφος. Ήταν γιος του Χέντρικ (βλ. 4.). Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ολλανδούς ζωγράφους των αρχών του 17ου αι. Θεωρείται ο εισηγητής μιας νέας τεχνοτροπίας στην προσωπογραφία, που εγκατέλειψε την αυστηρότητα και έδωσε έμφαση στη ζωντάνια των μορφών. Από το έργο του επηρεάστηκαν κορυφαίοι Ολλανδοί ζωγράφοι, όπως ο Ρέμπραντ. Ανάμεσα στους πιο γνωστούς πίνακές του είναι Οι δήμαρχοι του Άμστερνταμ και Ο έμπορος και ο υπάλληλός του (Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο). 4. Χέντρικ (Hendrick, Ουτρέχτη 1565 – Άμστερνταμ 1621). Αρχιτέκτονας και γλύπτης. Υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους της αρχιτεκτονικής των προτεσταντικών εκκλησιών. Επιδίωκε να παρουσιάσει νέες μορφές στην αρχιτεκτονική, απαλλάσσοντάς την από τα κλασικά στοιχεία. Από το 1591 ήταν η κυρίαρχη μορφή της αρχιτεκτονικής στο Άμστερνταμ. Σημαντικότερα έργα του είναι μία εκκλησία (η οποία άρχισε να χτίζεται το 1606), το Χρηματιστήριο (1608-11) και το Νομισματοκοπείο της πόλης. Σχεδίασε επίσης το δημαρχείο της Ντεφτ (1618) και φιλοτέχνησε το μαυσωλείο του Γουλιέλμου A’.
* * *
ο
τίτλος που δήλωνε τον αυτοκράτορα τής Γερμανίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γερμ. Kaiser «αυτοκράτορας» (< λατ. Caesar)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Κάιζερ, Γκέοργκ — (Georg Kaiser, Μαγδεμβούργο 1878 – Ασκόνα, Ελβετία 1945). Γερμανός θεατρικός συγγραφέας. Ασχολήθηκε αρχικά με το εμπόριο και ταξίδεψε αρκετά στη Νότια Αμερική και στην Ευρώπη. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, άρχισε να γράφει για το θέατρο (1904) …   Dictionary of Greek

  • Κάιζερ, Ράινχαρτ — (Reinhard Kaiser, 1674 – Κοπεγχάγη 1739). Γερμανός μουσικοσυνθέτης. Φοίτησε στη σχολή του Αγίου Θωμά της Λειψίας. Ακολούθησε τον δάσκαλό του, Κούσερ, στο Αμβούργο, όπου διακρίθηκε ως συνθέτης λυρικών έργων. Το 1695 ανέλαβε τη διεύθυνση και την… …   Dictionary of Greek

  • εξπρεσιονισμός — Καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό κίνημα. Εκδηλώθηκε στη Γερμανία από το 1910 έως το 1925 και αντιπροσωπεύει τη γερμανική παραλλαγή της μεγάλης ευρωπαϊκής επανάστασης της πρωτοπορίας. Τον όρο ε. χρησιμοποίησε πρώτη φορά το 1901 στη Γαλλία ο ζωγράφος… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Μαξιμιλανός — (Maximilian / Max von Baden, Μπάντεν Μπάντεν 1867 – Ελβετία 1929). Γερμανός πρίγκιπας, γνωστός και ως Μαξ του Μπάντεν. Ήταν μοναχογιός και διάδοχος του πρίγκιπα του Μπάντεν Γουλιέλμου, ενώ κατά την περίοδο 1907 18 διετέλεσε πρόεδρος της Άνω… …   Dictionary of Greek

  • Corfu — For other uses, see Corfu (disambiguation). Corfu Κέρκυρα Pontikonisi and Vlacheraina monastery seen from the hilltops of Kanoni …   Wikipedia

  • Liste der Germanismen — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. Hier werden deutsche Wörter gesammelt, die als Lehn oder… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste deutscher Fremdwörter in anderen Sprachen — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. Hier werden deutsche Wörter gesammelt, die als Lehn oder… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste deutscher Wörter im Russischen — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. Hier werden deutsche Wörter gesammelt, die als Lehn oder… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste von Germanismen — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. Hier werden deutsche Wörter gesammelt, die als Lehn oder… …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”